μπαστούνι, ραβδί που κρατούν οι ηλικιωμένοι για να στηρίζονται
σαφής, εύκολος να τον καταλάβει κανείς
η τάση που έχει κάποιος να κάνει κάτι
αφηρημένος, άτσαλος
συμβάν, φασαρία, αναστάτωση, μέρος τηλεοπτικής σειράς,
''Ο .... στη στέγη'': Αμερικάνικη ταινία του 1971 ,βραβευμένη με Όσκαρ και Χρυσή σφαίρα
η βιοποριστική εργασία
αυτός που γίνεται ασυναίσθητα, αυτόματος, ενστικτώδης
αρχή αρμόδια για υποθέσεις ομογενών σε ξένη χώρα
μάσκα, πλαστή εικόνα
κάνω αθλητισμό, ασκούμαι
υπερισχύω, κυριαρχώ
πάω, οδηγώ, παραδίδω, μεταβιβάζω, μεταθέτω
κόβω κλαδιά φυτού για να δυναμώσει
στερούμαι τροφής για ορισμένη περίοδο για θρησκευτικούς λόγους
αρχηγός της Αργοναυτικής εκστρατείας
(για καιρό) καλός, φωτεινός
είναι ο ουρανός όταν είναι συννεφιασμένος
γίνομαι αιτία, κάνω κάποιον να αντιδράσει αρνητικά
παρουσιάζω έργα μου, παρουσιάζω με τη σειρά, εξηγώ, φέρνω κάποιον σε δύσκολη θέση
από τότε που
κάθετη επιφάνεια που ανοίγει και κλείνει για την απομόνωση χώρου
το μπροστινό μέρος θαλασσινού σκάφους
ατομικό άθλημα με μπαστούνι και μικρή μπάλα
η θήρα, το κυνήγι, η επίμονη αναζήτηση πελατών ή ψήφων (μτφ.)
νηκτικό πτηνό, μικρή μηχανή
τουλάχιστον, ας πούμε
σέρνομαι, μετακινούμαι με το σώμα στο έδαφος
πόλη της Γαλλίας
Ελληνικός ερυθρός σταυρός (συντ.)
δίνω τέλος, λύνω, (αρχ.)
η δεύτερη νότα της μουσικής κλίμακας
αναρριχώμενο φυτό και το άσπρο του λουλούδι