νιώθω μετά απο υπερβολική εργασία, αποκαμωμένος, εξαντλημένος
το σύνολο των συλλογισμών που χρησιμοποιεί κάποιος για να υπερασπιστεί ή να απορρίψει μια άποψη
νοσοκομειακός υπάλληλος που μεταφέρει ασθενείς
διάσημο ρεύμα αρχικά στην ζωγραφική και αργότερα στην λογοτεχνία και στην μουσική,ένας εκπρόσωπος του ο Μονέ
που συνέβη ή που υπήρξε ύστερα από κάποιον ή κάτι άλλο, μελλοντικός
τεχνική στη ζωγραφική, που χρησιμοποιεί χρωματικά στίγματα για να αποδώσει το φως και τα αντικείμενα
υποχρεωτικός, αναπόφευκτος, που επιβάλλεται χωρίς να υπάρχει δυνατότητα επιλογής
σκιτσογράφος που σατιρίζει
απομονωμένος, αποκλεισμένος απο κοινωνικές συναναστροφές
η αποκάλυψη κρυφών σκέψεων, ενός μυστικού, αποκάλυψη αμαρτιών σε έναν ιερέα
σκαρφαλώνω, αποκτώ ένα αξίωμα με μη θεμιτό τρόπο
πολύ έντονα, πολύ ζωηρά, που γίνεται με πολύ ζήλο (επιρ.)
ο αραβόσιτος, το καλαμπόκι
πλήττω, δεν έχω όρεξη
για γεύμα σε εστιατόριο όπου ο πελάτης διαλέγει ελεύθερα από τον κατάλογο
χωρίς ένταση , αδύναμος
αξεσουάρ που φοράμε στο κεφάλι
η βάση του κορμού, μεγάλο σκεύος για πλύσιμο
απόσπασμα στρατιωτών ή αστυνομικών που φρουρεί ένα κτήριο ή μια τοποθεσία ή ένα δημόσιο πρόσωπο
η γυναίκα που συνοδεύει άντρα σε χορό, γυναικεία φιγούρα της τράπουλας
πουλί που μας δίνει τα αυγά του
" ... στο καλό", επιφώνημα που εκφράζει παρακίνηση ή αγανάκτηση
το όχημα του Ποσειδώνα και του Απόλλωνα (μυθ.)