έντονο τρέμουλο ή ανατριχίλα που διαπερνά το σώμα εξαιτίας μεγάλης σωματικής έντασης
αβοήθητος, χωρίς υποστήριξη
η επανάληψη φαινομένου κατά τακτά διαστήματα
είδος μικρής σαύρας που έχει λεπτή και μακριά γλώσσα για να πιάνει την τροφή της, μακριά, κυλινδρική ουρά και την ικανότητα να αλλάζει το χρώμα της
που έχει πλατύ σχήμα
που αναφέρεται στην εκπαίδευση και στην διδασκαλία
ξεμπαρκάρω, φτάνω σε έναν προορισμό, κατεβαίνω απο ένα μεταφορικό μέσο
μέλος διαστημικής αποστολής
επισκευή των ζημιών ενός κατεστραμμένου κτιρίου
είμαι κάπου, υπάρχω, συναντιέμαι, εντοπίζομαι, είμαι σε κατάσταση
γραπτός κανόνας μιας χώρας, επιστημονική αρχή
ό,τι διατηρεί σε ελάχιστο βαθμό τα στοιχεία εκείνα που μπορεί να αποτελέσουν την αρχή, την αφορμή, για να εκδηλωθεί κάτι σημαντικό
λευκή ουσία με αλμυρή γεύση
η γιορτή των Θεοφανίων
καλύπτω με χρώμα μια επιφάνεια
"Η δημιουργία του ...", έργο του Μιχαήλ Άγγελου στην οροφή της Καπέλα Σιστίνα
πόλη της Γαλλίας
"... πια! Με ζάλισες.", επιφώνημα που εκφράζει έκπληξη ή στεναχώρια ή δυσαρέσκεια ή αποδοκιμασία ή απόγνωση
θηλαστικό ζώο, άκακος (μτφ)
οδηγώ (αρχ.)
ζηλιάρα θεά (μυθ.)