που δεν παίρνει θέση, δεν ενδιαφέρεται
αντανακλώμαι, καθρεφτίζομαι
τεράστιος, πολύ μεγάλος σε αξία που δεν μπορει να εκτιμηθεί
εργαστήριο παραγωγής αρωμάτων
Ρώσος συγγραφέας, έργο του το ''Αδελφοί Καραμαζώφ''
αναγνωρίζομαι, ανταμείβομαι
παραποιώ, αλλάζω
το ασανσέρ
που πρόθυμα προσφέρει τις υπηρεσίες του ή την βοήθεια του
σκληρότητα, υπερβολική σοβαρότητα, ακρίβεια
η επιτήρηση μιας περιοχής με αστυνομικές δυνάμεις που αποτρέπουν ή καταστέλλουν αξιόποινες πράξεις
γρήγορο και πολύ νοστιμο φαγητό
αδιάκοπος, συνεχής
περιστρέφω καρφί με σπείρωμα για να το στερεώσω
διακόσμηση, διάκοσμος
σικ, με γούστο(επιρ.)
ιερό δέντρο της ελληνικής μυθολογίας, μελανόχρωμη κηλίδα του δέρματος
χρειάζομαι ακόμα αρκετό χρόνο για να τελειώσω κάτι, καθυστερώ
μεγάλο φίδι
οργανισμός που απευθυνόμαστε για να μας βρει δουλειά (συντ.)
είμαι, υπάρχω (αρχ.)
δηλώνει πραγματικό γεγονός που έγινε, δηλώνει χρονική στιγμή, δηλώνει προϋπόθεση
μουσική νότα