παίρνω κάτι που πρέπει να επιστρέψω
παίρνω αποστάσεις, φεύγω
αυτός που φροντίζει κάποιον ή κάτι με ιδιαίτερη προσοχή
συναντώ κάποιον για πρώτη φορά, μαθαίνω
μειώνω βαθμιαία και σταδιακά την ένταση και την ευρύτητα των ενεργειών ή των δραστηριοτήτων μου
είδος αναρριχητικού φυτού
ανεβαίνει η θερμοκρασία του σώματός μου
αυτός που πηγαίνει ενάντια στην εξουσία, αντιδραστικός, αντάρτης
η ιδιότητα και το αξίωμα του ιερέα, του κληρικού
που έχει άνεση και χάρη στην εμφάνιση, στις κινήσεις, στη συμπεριφορά
ένα από τα τονικά σημάδια που χρησιμοποιούνταν στην ελληνική γραφή πριν από την εφαρμογή του μονοτονικού συστήματος
δεν υπολογίζω, δεν δίνω την ανάλογη σημασία σε έναν κίνδυνο
δημιουργώ, κατασκευάζω, (αρχ.)
τοποθετώ, φοράω, εκτελώ μια ενέργεια
που δεν το έχουν βράσει ή ψήσει
μία από τις τρεις διαστάσεις, απόσταση, διάρκεια