εξαρτώμαι, συνηθίζω σε κάτι
χρησιμοποιημένος, που δεν είναι καινούριος
κατακτητική και επεκτατική πολιτική
αυτός που βρίσκεται κάπου με εντολή κάποιου άλλου και ενεργεί για λογαριασμό του
χρησιμοποίηση κάποιου για προσωπικό όφελος, καλλιέργεια της γης
ένα από τα χριστιανικά δόγματα
παιχνίδι για μωρά που βγάζει μεταλλικό ήχο
τρώω μεγάλη ποσότητα φαγητού
"......... λογισμός", κλάδος των μαθηματικών
εξαιρετικά δύσκολος, αδύνατος, ανέφικτος
επιχείρηση, ομάδα ατόμων με κοινό στόχο
είδος οπωροφόρου δέντρου
καταλαγιάζω, μειώνομαι σε ένταση
το σχήμα που εμφανίζεται στο έδαφος όταν πέφτει πάνω μας φως
κυκλικό αντικείμενο με τρύπα στην μέση, για το καλύτερο σφίξιμο της βίδας
εντοπίζω, έχω, αποκτάω, θεωρώ, επινοώ, συναντάω
φως , φωτιστικό, λυχνία
''Στη χάση και στην ...'', αραιά και που (εκφρ.)
δημιουργώ, κατασκευάζω, (αρχ.)
δημητριακό που χρησιμοποιείται στην παραγωγή μπίρας
αδερφοί .....: κατασκεύασαν το πρώτο αεροπλάνο
γυμνάζω, ασχολούμαι με κάτι, κάνω χρήση, εφαρμόζω
ο φτερωτός θεός της αγάπης (μυθ.)
η πρωτεύουσα της Λετονίας
κάποιος, αόριστο άρθρο ενικού αριθμού
τεχνικό επιμελητήριο Ελλάδας (συντ.)
επομένως, συνεπώς, ως αποτέλεσμα
μουσική νότα
έγγραφο που πιστοποιεί τη λύση ενός γάμου
το τμήμα στήριξης μιας κατασκευής, ο φέρων οργανισμός
αγροτικό όχημα