προωθώ, σερβίρω
βελτιώνομαι αποκτώντας περισσότερες δυνατότητες
λογικός, που δε χάνει το μέτρο, διατηρεί την πνευματική ή ψυχική υγεία
λεπτός και καλαίσθητος, εξευγενισμένος
παίρνω αποστάσεις, φεύγω
που δεν ταιριάζει στην ηλικία ενός ορισμένου προσώπου αλλά σε μεγαλύτερη
ο επιδέξιος στην διεξαγωγή μιας διαπραγματευσης, ευέλικτος
η θεοποίηση και πίστη σε αγάλματα, ομοιώματα
το μικρό πλατύ κόκαλο μπροστά στο γόνατο, ο ειδικός επίδεσμος για το γόνατο
καρπός του πεύκου ή του έλατου,
που έχει αποκτήσει πρόσφατα μεγάλη περιουσία
λυγίζω το σώμα μου προς τα μπροστά
είδος πλεχτής κάλτσας
η ανάρτηση αντικειμένου το οποίο κρατιέται από κάπου
ο ήχος που ακούγεται όταν σαλεύουν τα φύλλα των δέντρων από ελαφρύ άνεμο
πληροφορούμαι, ανακαλύπτω, διδάσκω, διδάσκομαι, συνηθίζω
ελάττωμα, μειονέκτημα
έγκαυμα, δυσάρεστη αίσθηση στο στομάχι
φαγώσιμο, βιομηχανικό προϊόν που το παρασκευάζουν με ταχίνι και ζάχαρη
ο παράδεισος των πρωτοπλάστων στην Π. Διαθήκη
τουλάχιστον, ας πούμε
πρέπει, είναι απαραίτητο (αρχ.)
ο καλαίσθητος, ο κομψός
τεχνικό επιμελητήριο Ελλάδας (συντ.)
είδος νηστίσιμου γλυκίσματος, γεμισμένου με καρύδια και σταφίδες και πασπαλισμένου με ζάχαρη άχνη