που προκαλεί εκνευρισμό, που φέρνει σε δύσκολη θέση
η τέχνη της κατασκευής αντικειμένων από άργιλο
χρησιμοποίηση κάποιου για προσωπικό όφελος, καλλιέργεια της γης
που βρίσκεται πάνω πάνω, που δεν προχωράει στην ουσία (μτφ.)
απομακρύνω βλαβερές ουσίες από έναν οργανισμό
ειδικό βιβλίο στο οποίο καταγράφονται και ερμηνεύονται τα ναυτικά σήματα
που ζει μακριά από την πατρίδα του
ανώτατη σχολή θετικών επιστημών
είμαι πρόθυμος να κάνω κάτι για χάρη κάποιου άλλου, θυσιάζομαι
το αριστερό και δεξιό μέρος του κρανίου
η μάζα σε κιλά, φορτίο, καταπίεση, ασήκωτη ευθύνη
ο παράδεισος των πρωτοπλάστων στην Π. Διαθήκη
δηλητηριώδες φίδι
κουνάω, ταρακουνώ (αρχ.)