οι ερωτικές σχέσεις
αφήνω, απομακρύνομαι από ένα αγαπητό πρόσωπο, στερούμαι πρόσωπο ή αντικείμενο
συνηθισμένος, αποδεδειγμένος, κοινά αποδεκτός
που δεν έγινε ποτέ, ανικανοποίητος, απραγματοποίητος
πιο πολύ απ' ό,τι χρειάζεται, που υπερβαίνει (σε ποσότητα, σε αριθμό) το κανονικό, που περισσεύει, πλεονάζει
αυτός ο οποίος αναπαρασταίνει, δηλαδή εξηγεί το πως έχει μια κατάσταση, έννοια ή αντικείμενο
εξάρτημα που αντικαθιστά χαλασμένο
που είναι καλογραμμένος και μπορει να αναγνωστεί ευκολα
(για τρένο) η έξοδος από τις ράγες
κάνω όλα τα χατήρια σε κάποιον
το σύνολο των τεχνικών γνώσεων που αναφέρονται σε εμπειρίες και σε μεθόδους παραγωγής
πνευματικό παιδί νονού ή νονάς
κατατάσσω, εντάσσω κάποιον ή κάτι σε ένα ευρύτερο ομοειδές σύνολο
έλλειψη υγρασίας στον οργανισμό
μεταλλικό στήριγμα για περίφραξη χώρου
αδερφοί .....: κατασκεύασαν το πρώτο αεροπλάνο
μικρόσωμο θαλασσινό ψάρι, το υπόλοιπο από καπνισμένο τσιγάρο
σέρνομαι, μετακινούμαι με το σώμα στο έδαφος
άγνωστης ταυτότητας αντικείμενα που εμφανίζονται στον ουρανό (συντ.)
δηλώνει πραγματικό γεγονός που έγινε, δηλώνει χρονική στιγμή, δηλώνει προϋπόθεση
θεός του κεραυνού και της αστραπής για την Σκανδιναβική μυθολογία (μυθ.)