επίδραση, εξουσία, κύρος, δύναμη
κουράζομαι υπερβολικά
πάρα πολύ καλός, αξιοθαύμαστος
δεν μπορεί να τον αντιμετωπίσει κάποιος με επιτυχία, που δεν μπορεί να του αντισταθεί, ακαταμάχητος, αναμφισβήτητος
προβάλλω δημόσια μια άποψη με στόχο να επηρεάσω την κοινή γνώμη
ευκολία παραμόρφωσης σώματος, ευλιγισία
στη φυσική του μορφή, χωρίς επεξεργασια
εφεύρεση τεχνικού οργάνου, μέσου ή μεθόδου που μπορεί να έχει βιομηχανική εφαρμογή
η γνώση του χαρακτήρα μας, των αδυναμιών ή των δυνατοτήτων μας, των ελαττωμάτων ή των προτερημάτων μας
μεταλλικό σκεύος με λαβή, που χρησιμοποιείται για το συσσίτιο των στρατιωτών
λέω ή κάνω αυτό που αισθάνομαι, αντιπροσωπεύω
παπάς, κληρικός
''... πάνθηρας'', ήρωας κινουμένων σχεδίων
μέχρι, ίσαμε
βρομίζω, διαβάλλω