σέρνω, παίρνω μαζί μου, επηρεάζω αρνητικά
αυτος που περιβάλλει κάποιον με υπερβολική φροντίδα, στοργικός
χρησιμοποιώ, συμπεριφέρομαι
που είναι κατάλληλος για χτίσιμο
που κινείται, λειτουργεί με κινητηρα,
η ολοκλήρωση ενός έργου
αυτός που σκαρφαλώνει στα βουνά, ορειβάτης
ασταμάτητος, ασυγκράτητος, δεν είναι δεσμευμένος(νομική)
το σύνολο ή ο συνδυασμός των τροφών που λαμβάνει κάποιος σε σταθερή βάση
η βεράντα, τοποθεσία με μεγάλη και ωραία θέα(μτφ.)
γλώσσα, κουβέντα, ομιλία, συζήτηση, αναφορά, υπόσχεση, αιτία, σκοπός,
"Δημήτρης ...": μεγάλος Έλληνας ηθοποιός
χώρα της Λατινικής Αμερικής, συνορεύει με την Αργεντινή
μεγάλο φίδι
το φρούτο των Εσπερίδων
πρέπει να τον ακολουθούν όσοι οδηγούν (συντ.)