επικρίνω, ασκώ αρνητική κριτική, (αρχ.)
δημόσιος υπαλλήλος που ελέγχει και συντονίζει τις υπηρεσίες που εξαρτώνται από αυτόν
τα χωρικά ύδατα, η θαλάσσια ζώνη από την ακτογραμμή έως και 12 ν.μ
περιστροφή γύρω από κάποιον άξονα, δίνη
που μετααφέρει εύκολα και κατανοητά τις γνώσεις του στους άλλους, κολλητικός
ο συνυπολογισμός
θλιμμένος, λυπημένος
ωραιοποιώ κάποιον ή κάτι
τίτλος ανώτερου κληρικού της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, από αυτούς με εσωτερική ψηφοφορία εκλέγεται ο Πάπας
γιατρός που έχει σχέση με παθήσεις των οστών ή των μυών
κλείνω το ρούχου που φοράω, μαζεύομαι, φυλάγομαι
η διαδικασία με την οποία μεταδίδεται μια πληροφορία, η ανταλαγή απόψεων
δυνατός αέρας που συνοδεύεται από χιονόπτωση
ολοκληρώνω, προκαλώ την πλήρη και οριστική καταστροφή
καθένας από τους μικρούς, πρασινωπούς, σφαιρικούς καρπούς του ομώνυμου φυτού, που διατηρούνται σε άρμη ή σε ξίδι και που χρησιμοποιούνται ως αρωματικό σε φαγητά ή σε σαλάτες
που παίρνει χρόνο, που απλώνεται, λεπτομερής
η μυτερή άκρη του στόματος των πουλιών
χωρίς συντροφιά ή συνοδεία, έρημος, μοναδικός
η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, γνωστή για το καρναβάλι της
το κάτω μέρος του πλοίου, το αμπάρι
το σήμα εταιρείας πάνω σε προϊόν, κέρμα σε τυχερά παιχνίδια
πρόταση που κατατίθεται σε επίσημο όργανο εναντίον προσώπου ή κυβερνήσεως και η οποία, όταν υπερψηφιστεί, οδηγεί στην έκπτωση του προσώπου από το αξίωμά του ή στην πτώση της κυβέρνησης
''Στη χάση και στην ...'', αραιά και που (εκφρ.)
" ... στο καλό", επιφώνημα που εκφράζει παρακίνηση ή αγανάκτηση
τίτλος ευγενείας στην Iσπανία, " ... Κιχώτης"
ένα είδος φόρου που πληρώνουμε στο κράτος (συντ.)
η κυκλοφορία ανυπόστατων φημών ή σχολίων μικρής αξίας γύρω από ένα θέμα
αυταρχικός, πολύ συντηρητικός, απαράβατος
κρατούμενος,εξαρτημένος από κάτι ή κάποιον