γίνομαι καλύτερος, διορθώνομαι
μπαίνω σε μεταφορικό μέσο, ανεβαίνω σε όχημα
φέρνω κάτι στο μυαλό μου και το εξετάζω, ξαναθυμάμαι
γαντζώνομαι από κάποιον, έχω εμμονή σε κάτι, γίνομαι φορτικός σε κάποιον
πιάνομαι στην φάκα
κρυφή πρόσβαση σε μυστικές πληροφορίες
ένα μικρό μεμονωμένο μέρος ενός μεγαλύτερου όλου
εξαιρετικά ωραίος, είναι τόσο όμορφος που δεν μοιάζει αληθινός
με τη θέλησή μου, χωρίς πίεση
που δεν τον ξέρουμε, που δε μας είναι γνώριμος
ουρλιαχτό, πολυ δυνατή φωνή
που φαίνεται από κάποιο σημείο
Ελληνικός ερυθρός σταυρός (συντ.)
ανοιχτός χώρος, για διασκέδαση, στο εξωτερικό
βλέπω (αρχ.)
μουσική νότα