που δεν κυκλοφορεί πια, πάρα πολύ κουρασμένος
το σύνολο των συλλογισμών που χρησιμοποιεί κάποιος για να υπερασπιστεί ή να απορρίψει μια άποψη
συζητάω για να βρεθεί συμβιβαστική λύση
αυτός που δείχνει αδιαφορία και απαξίωση σε κάποιον
από πριν
εξαντλητικός, πολύ κουραστικός
που μαθαίνει μια τέχνη, εργαζόμενος κοντά σε έναν έμπειρο τεχνίτη
πολιτική ιδεολογική τάση που υποστηρίζει ιδέες και θεσμούς που αποτελούν το επόμενο στάδιο στην εξέλιξη μιας κοινωνίας , οχι συντηρητισμός
που δίνει ευχαρίστηση, με πολύ ευχάριστη γεύση
μουσικό έγχορδο όργανο
σκεύος με μία ή περισσότερες υποδοχές για την τοποθέτηση κεριών
που έχει πολλές γνώσεις πάνω σε διάφορα θέματα, που θέλει να εντυπωσιάσει τους άλλους με τις γνώσεις του
τριγωνικό άνοιγμα ρούχου κάτω από το λαιμό
η δημιουργία ενός νέου αντικειμένου, που δεν υπήρχε προηγουμένως, ανακάλυψη
που έχει σχετικά μεγάλες διαστάσεις, πολυπληθής
μια από τις τρεις διαστάσεις ενός στερεού σώματος, το πλάτος
πρωτεύουσα της Ιαπωνίας
χωρίς συντροφιά ή συνοδεία, έρημος, μοναδικός
... Πόροι, παραθαλάσσιο χωριό της Πιερίας
ζητώ, απαιτώ, (αρχ.)
που είναι με ίδιες διαστάσεις, που έχει τα ίδια δικαιώματα
" ... στο καλό", επιφώνημα που εκφράζει παρακίνηση ή αγανάκτηση
μεγαλόσωμο αρσενικό ζώο με κέρατα, που χρησιμοποιείται σε γεωργικές εργασίες
ο ελάχιστος φορέας σημασίας, κουβέντα
χρειάζομαι ακόμα αρκετό χρόνο για να τελειώσω κάτι, καθυστερώ
"Μπραντ ... ", Αμερικανός ηθοποιός
ένα είδος φόρου που πληρώνουμε στο κράτος (συντ.)